- μούρτζινος
- Επώνυμο ιστορικής οικογένειας της Μάνης, κλάδος του οίκου των Τρουπάκη. Βλ. λ. Τρουπάκης.
* * *-η, -οαυτός που έχει βαθύ κόκκινο χρώμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < μούργα + κατάλ. -ινος με ουράνωση τού -γ- σε -τζ-. Κατ' άλλους, από το επίθ. μούρσινος (< μύρσινος < μυρσίνη)].
Dictionary of Greek. 2013.